Святой и Великий Собор или Лжесобор?: Комментарий на Общее Заявление Предстоятелей Православных Церквей
Священная Пирейская Митрополия
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 28η Μαρτίου 2014
ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ Η ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟΣ;
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΩΝ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Τα όσα κατά την προ ολίγων ημερών (6ην έως 9ην Μαρτίου2014) γενομένη Σύναξη των Προκαθημένων στο Φανάρι συνεζητήθησαν, απεφασίσθησαν από κοινού και τελικώς απετυπώθησαν στο «Κοινό Ανακοινωθέν» αυτών,
γέννησαν αναμφίβολα μέσα μας πολλά ερωτηματικά και προβληματισμούς. Τους προβληματισμούς μας αυτούς ερχόμεθα με όσα επακολουθούν, να καταθέσουμε στον πιστό λαό του Θεού, δεδομένου ότι το περιεχόμενό του αφορά άμεσα όχι μόνον τους επισκόπους της ανά την Οικουμένη Εκκλησίας, αλλά και το χριστεπώνυμο πλήρωμα, αφού μάλιστα και οι ίδιοι οι σεβαστοί Προκαθήμενοι δια του «Κοινού Ανακοινωθέντος» αυτών, απευθυνόμενοι μεταξύ των άλλων αποδεκτών και «προς τους απανταχού της γης Ορθοδόξους πιστούς», θεώρησαν χρέος τους να μας κοινοποιήσουν.
Στο «Ανακοινωθέν» θίγονται διάφορα θέματα, μεταξύ των οποίων και το θέμα της μελλούσης να συνέλθει Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, προς το οποίο θα θέλαμε να εστιάσουμε την προσοχή μας, διότι το θεωρούμε ως το πλέον σημαντικό. Σύμφωνα με το «ανακοινωθέν»: «Η Σύναξις συνεφώνησεν ότι η προπαρασκευαστική της Συνόδου εργασία πρέπει να εντατικοποιηθή. Ειδική Διορθόδοξος Επιτροπή θα αρχίση το έργον αυτής από του Σεπτεμβρίου 2014 και θα ολοκληρώση αυτό μέχρι του Αγίου Πάσχα του έτους 2015. Θα ακολουθήση Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις κατά τό πρώτον ήμισυ τουέτους 2015. Άπασαι αιαποφάσεις, τόσον κατά τας εργασίας της Συνόδου, όσον και κατά τα προπαρασκευαστικά στάδια αυτής, θαλαμβάνωνται καθ’ ομοφωνίαν. ΗΑγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδόξου Εκκλησίας θασυγκληθή υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει 2016, εκτός απροόπτου».
Το πρώτο ερώτημά μας: Έχει άραγε την αρμοδιότητα η «Σύναξη» αυτή να αποφασίζει Συνοδικώς για ένα μεγίστης σημασίας θέμα, όπως το θέμα της αγίας και Μεγάλης Συνόδου, να ρυθμίζει τις απαιτούμενες προπαρασκευαστικές εργασίες, τις λεπτομέρειες διοργανώσεώς της, τον τρόπο λήψεως των αποφάσεων, τον τόπο και χρόνο πραγματοποιήσεώς της κ.λ.π.,μη ούσα Σύνοδος αλλά «Σύναξις Προκαθημένων»; Βάσει ποίου Κανόνος της Εκκλησίας νομιμοποιείται μια τέτοια «Σύναξη» να λειτουργεί ως Σύνοδος και μάλιστα ως μία τρόπον τινά, Μείζων Σύνοδος, υπερκείμενη των Ιερών Συνόδων των Ιεραρχιών των κατά τόπους Εκκλησιών και μη αναγνωρίζουσα εν τη πράξει το αναφαίρετο δικαίωμα Συνοδικής εξετάσεως και διαγνώμης του ζωτικής σημασίας αυτού θέματος υπό των ως άνω Ιερών Συνόδων των Ιεραρχιών; Οι εν λόγω «Συνάξεις» καθιερώθηκαν από το 1992 και εντεύθεν, αποτελούν δε επινόηση και εφεύρεση του νυν Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και επομένως δεν υπάρχει καμία μαρτυρία γι’ αυτές στην κανονική Παράδοση της Εκκλησίας μας. Η δε ανάδειξη, βαθμιαία ανύψωση και θεσμική καθιέρωση του οιονεί Συνοδικού αυτού μορφώματος εν τη ζωή της Εκκλησίας αποτελεί κατά την ταπεινή μας γνώμη καίριο πλήγμα του Συνοδικού Συστήματος, παραμερίζοντας και περιθωριοποιώντας, εν τη πράξει, τον ρόλο και τις Συνοδικές αρμοδιότητες των Ιεραρχιών των κατά τόπους Εκκλησιών. Πώς εν προκειμένω οι σεβαστοί Προκαθήμενοι, προχώρησαν στη λήψη των εν λόγω αποφάσεων, χωρίς να παραβιάσουν και ακυρώσουν εν τη πράξει τον ΛΔ΄ Αποστολικόν Κανόνα, σύμφωνα με τον οποίον: «Τους επισκόπους εκάστους έθνους, ειδέναι χρή τον εν αυτοίς πρώτον… Αλλά μηδέ εκείνος (ο προκαθήμενος εκάστης τοπικής Εκκλησίας) άνευ της πάντων (των επισκόπων των συγκροτούντων την Σύνοδον της Ιεραρχίας) γνώμης ποιείτω τι. Ούτω γαρ ομόνοια έσται…». Επομένως ο ισχυρισμός του «Ανακοινωθέντος», ότι «επιβεβαιούμεν την αφοσίωσιν ημών εις την έννοιαν της συνοδικότητος, ήτις τυγχάνει υψίστης σημασίας διά την ενότητα της Εκκλησίας», αποδεικνύεται κενός λόγος άνευ περιεχομένου. Εάν υπήρχε όντως σεβασμός και «αφοσίωσις» προς το Συνοδικό Σύστημα, θα έπρεπε κατά την ταπεινή μας γνώμη, οι σεβαστοί Προκαθήμενοι, πριν ή λάβουν οιανδήποτε απόφαση, να καταστήσουν αντικείμενο Συνοδικής μελέτης και εξετάσεως άπαντα τα αφορώντα το θέμα αυτό από τις Ιεραρχίες των Εκκλησιών των και κατόπιν σε Διορθόδοξο επίπεδο να κοινοποιήσουν τις ληφθείσες Συνοδικές αποφάσεις, προκειμένου να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις.
Ένα δεύτερο ερώτημα, το οποίο τίθεται είναι: Υπάρχουν σήμερα οι απαιτούμενες προϋποθέσεις, για είναι η μέλλουσα αυτή Σύνοδος όντως Σύνοδος αγίων Πατέρων; Υπάρχουν με άλλα λόγια σήμερα πατερικά αναστήματα, εφάμιλλα των αρχαίων μεγάλων αγίων Πατέρων, δηλαδή σύγχρονοι θεοφόροι Πατέρες, ικανοί να θεολογήσουν εν αγίω Πνεύματι και να εκφράσουν την διαχρονική δογματική συνείδηση της Εκκλησίας, έτσι ώστε η εν λόγω Σύνοδος να αποτελέσει συνέχεια των Οικουμενικών Συνόδων, να γίνει καθολικά αποδεκτή από τον κλήρο και τον πιστό λαό του Θεού, οι δε αποφάσεις αυτής να ενσωματωθούν στο Ιερό Πηδάλιο της Εκκλησίας; Ή μήπως θα είναι τελικά Σύνοδος Οικουμενιστών αρχιερέων, προωθούντων την Παναίρεση του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού; Είναι βέβαιον ότι θα συμβεί το δεύτερο, δεδομένου ότι δυστυχώς σήμερα η πλειονότητα των αρχιερέων και των Προκαθημένων εμφανίζονται ως θερμοί θιασώτες και υπέρμαχοι της Παναίρεσης του Οικουμενισμού. Οπότε και οι ελάχιστες σήμερα υπάρχουσες Ορθόδοξες φωνές αρχιερέων, που θα ζητήσουν την καταδίκη της αιρέσεως του Οικουμενισμού, είτε δεν θα λάβουν μέρος στην Σύνοδο, ή και αν λάβουν, δεν θα εισακουστούν, αλλά θα συμπνιγούν και θα χαθούν, τελικά, μέσα στην συντριπτική πλειοψηφία των Οικουμενιστών αρχιερέων. Απόδειξη των ανωτέρω, κατά τα αποφασισθέντα, η εκάστη συμμετέχουσα Εκκλησία να έχει μία μόνον ψήφο, καίτοι θα εκπροσωπείται υπό 24 επισκόπων της. Άρα λοιπόν η μέλλουσα αυτή Σύνοδος δεν θα είναι Ορθόδοξος Σύνοδος, αλλά προφανώς Ψευδοσύνοδος, ληστρική Σύνοδος, την οποία βεβαίως δεν θα αποδεχθεί ο πιστός λαός του Θεού. Και το χειρότερο από όλα, θα γίνει αιτία νέων σχισμάτων και διαιρέσεων.
Εξόχως ενδιαφέρον και επίκαιρο είναι σήμερα ένα κείμενο του οσίου και θεοφόρου Ιουστίνου του Πόποβιτς, το οποίο απηύθυνε το 1977 ως Υπόμνημα στην Σύνοδο της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας με τίτλο: «Περί την μελετωμένην ‘Μεγάλην Σύνοδον’ της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Υπόμνημα προς την Σύνοδον της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας». Στο ιστορικής σημασίας αυτό έγγραφο, ο θεοφόρος Πατήρ επισημαίνει μεταξύ άλλων, ότι «η παρούσα στιγμή είναι η πλέον ακατάλληλος εις την ιστορίαν της Εκκλησίας μας». Διέβλεπε ο όσιος, με τον θείο φωτισμό που διέθετε, ότι δεν υπάρχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την σύγκληση μιας Οικουμενικής Συνόδου, επειδή ήδη από την εποχή εκείνη κυριαρχούσε ο Οικουμενισμός σε όλες σχεδόν τις τοπικές Εκκλησίες και επομένως, εάν πραγματοποιείτο, δεν θα ήταν Σύνοδος αγίων Πατέρων, αλλά μια Ψευδοσύνοδος Οικουμενιστών αρχιερέων. Εάν λοιπόν οι τότε περιστάσεις ήταν κατά την εκτίμηση του αγίου ακατάλληλες, τι θα έλεγε άραγε, αν ζούσε σήμερα, όπου η θύελλα της αιρέσεως του Οικουμενισμού έχει σαρώσει τα πάντα και έχει λάβει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις σε σχέση με την εποχή εκείνη; Αναφερόμενος ο άγιος στον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη κυρό Αθηναγόρα αναφέρει τα εξής συγκλονιστικά και συγχρόνως αποκαλυπτικά: «Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως; Αυτός με την νεοπαπιστικήν συμπεριφοράν του εις τους λόγους και εις τας πράξεις σκανδαλίζει επί μίαν ήδη δεκαετίαν τας Ορθοδόξους συνειδήσεις, αρνούμενος την μοναδικήνκαι πανσωστικήν Αλήθειαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας και πίστεως, αναγνωρίζων τας Ρωμαϊκάς και άλλας αιρέσεις ως ισοτίμους με την αλήθειαν, αναγνωρίζων τον Ρωμαίον Άκρον Ποντίφηκα με όλην την δαιμονικήν αντιεκκλησιαστικήν υπερηφάνειάν του. Και προετοιμάζει με αυτοκτονική ταχύτητα και επιπολαιότητα, κατά το παράδειγμα του Βατικανού, αυτήν την ιδικήν του λεγομένην ‘Μεγάλην Πανορθόδοξον Σύνοδον’ όχι όμως με το βασικόν ευαγγελικόν και αγιοπαραδοσιακόν θέμα της σωτηρίας του ανθρώπου και του κόσμου, αλλά με καθαρώς σχολαστικο-προτεσταντικήν θεματολογίαν. Την προετοιμάζει μάλιστα εις τον πύργον της Βαβέλ του συγχρόνου αναρχικού και μηδενιστικού κόσμου άνευ της συμμετοχής των πραγματικών Ορθοδόξων ομολογητών, φορέων της Ορθοδόξου πίστεως, Θεολογίας, Παραδόσεως και Εκκλησιαστικότητος. Τον τελευταίον καιρόν αυτός έχει γίνει πηγή αναρχισμού και μηδενισμού εις τον Ορθόδοξον κόσμον. Οι Αγιορείται δικαίως τον ονομάζουν αιρετικόν και αποστάτην εις τας επιστολάς των, τας απευθυνομένας προς αυτόν ανοικτώς διά του τύπου…».
Τις ίδιες διαπιστώσεις σχετικά με την εν λόγω μελετώμενη Σύνοδο και τους ιδίους κινδύνους από ενδεχόμενη πραγματοποίησή της διαβλέπει και ο αείμνηστος και όντως Άγιος π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος: «Δυστυχώς και η ετοιμαζομένη 8η Οικουμενική Σύνοδος θα είναι ληστρική, εάν κρίνομεν εξ’ όσων βλέπομεν μέχρι στιγμής…Με την μελετωμένην να συνέλθη 8η Οικουμενική Σύνοδο μηχανεύονται οι Οικουμενισταί να επικυρώσουν τους νεωτερισμούς, τους οποίους οι ίδιοι προωθούν σήμερα στην Εκκλησία… Την θέλουν σαν Σύνοδο που θα εκθεμελιώσει τας προηγουμένας αποφάσεις των επτά Οικουμενικών Συνόδων…». Πάνω στο σοβαρό αυτό ζήτημα και στο ερώτημα αν είναι αναγκαία η σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου, δίδει την εξής απάντηση ο αγωνιστής και μαχητικός ιεράρχης πρώην Φλωρίνης κυρός Αυγουστίνος σε βαρυσήμαντο άρθρο του στο περιοδικό Σπίθα: «Εάν κυρία αιτία διά την οποίαν συγκαλούνται αι Οικουμενικαί Σύνοδοι, είναι η αίρεσις, υπάρχει πράγματι σοβαρός λόγος διά να συγκληθή Οικουμενική Σύνοδος. Και ο λόγος αυτός είναι: Εκτός των άλλων πλανών και αιρέσεων, αι οποίαι πρέπει να καταδικαστούν, είναι και η αίρεσις, η οποία υπό διαπρεπούς αειμνήστου ιεράρχου της Ελλαδικής Εκκλησίας ωνομάσθη αίρεσις των αιρέσεων. Είναι σύγχρονος αίρεσις, γέννημα της πνευματικής συγχύσεως των ημερών μας. Το όνομα της Αιρέσεως; Οικουμενισμός». Πως όμως είναι δυνατόν να καταδικαστεί η παναίρεση αυτή υπό ιεραρχών, οι οποίοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, είτε την αποδέχονται σιωπηρά, είτε την προωθούν φανερά; Αυτό είναι αδύνατον. Η παρά πάνω θλιβερή όντως διαπίστωση έγινε ακόμη πιο ξεκάθαρη μετά την προ ολίγων μηνών (Μάϊος 2013) βαρυσήμαντη επιστολή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Σεραφείμ προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και τα μέλη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, με θέμα την ανάγκη συγκλήσεως τοπικής Συνόδου για την καταδίκη του Οικουμενισμού: «Ταπεινώς φρονούμε ότι επιβάλλεται ηόσο το δυνατόν συντομότερα σύγκληση της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, για να εξετάση και ερευνήση τα ανωτέρω καυτά και φλέγοντα θέματα, πάντοτε υπό το φως της Αγιογραφικής, Αγιοπατερικής και Ιεροκανονικής διδασκαλίας και παραδόσεως της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, να λάβη καταδικαστική απόφαση εναντίον τόσο του Οικουμενισμού όσο και των ακολουθούντων, διδασκόντων και μεταλαμπαδευόντων την παναίρεση αυτή για να παύσουν τα σκάνδαλα και η σύγχυση κλήρου και λαού». Πλην δυστυχώς η ιστορικής σημασίας αυτή επιστολή ήχησε εις ώτα αρχιερέων,(εκτός ολιγοτάτων εξαιρέσεων), μη ακουόντων, αδρανούντων και μακαρίως κοιμωμένων, ή εις ώτα προωθούντων την αίρεση. Γι’ αυτό και απερρίφθη, όπως ήταν αναμενόμενο.
Ένα άλλο πρωταρχικής σημασίας ζήτημα είναι το ζήτημα της εν τη μελλούση Συνόδω επισήμου ανακηρύξεως και αναγνωρίσεως ως Οικουμενικών: α) της επί Μεγάλου Φωτίου συγκληθείσης Συνόδου το 879-880 ως Η΄ Οικουμενικής και β) της επί αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συγκληθείσης Συνόδου το 1351 ως Θ΄ Οικουμενικής. Αμφότερες αι Σύνοδοι αυτές έχουν όλα εκείνα τα στοιχεία και τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται για να θεωρηθούν ως Οικουμενικές, όπως κατέδειξαν σχετικές μελέτες των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου και Γόρτυνος κ. Ιερεμίου. Σχετικό αίτημα των παρά πάνω ιεραρχών για Συνοδική εξέταση του θέματος από Σύνοδο της Ιεραρχίας με βάση τις δύο εισηγήσεις των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου και Γόρτυνος κ. Ιερεμίου, τελικά απερρίφθη και δεν συζητήθηκε, με την πρόφαση ότι η τοπική Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι αναρμοδία να εισηγηθεί την συμπερίληψη στην ημερησία διάταξη της Πανορθοδόξου Συνόδου τέτοιου θέματος. Η πραγματική όμως αιτία είναι άλλη. Όπως σημειώνει σε σχετικό άρθρο του ο Σεβασμιώτατος κ. Σεραφείμ: «Είναι προφανές και πρόδηλο ότι η μη τυπική αναγνώριση γίνεται για να μη ‘λυπηθούν’ οι αντιθέως και δαιμονιωδώς καθυβρίζοντες τους Αγίους προεξάρχοντας των δύο Οικουμενικών Συνόδων Ιερό και Μέγα Φώτιο και Άγιο Γρηγόριο Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τον Παλαμά ως δήθεν αιρεσιάρχας, όπως αυταποδείκτως προκύπτει από την ‘Δογματική διδασκαλία’ της Ρωμαιοκαθολικής παρασυναγωγής». Επί πλέον δε για να μην «λυπηθούν» οι Οικουμενιστές αρχιερείς, οι προωθούντες την παναίρεση του Οικουμενισμού, τόσον οι ανήκοντες στο Οικουμενικό Πατριαρχείο όσον και οι ανήκοντες στην Εκκλησία της Ελλάδος. Γνωρίζουν πολύ καλά οι εν λόγω Οικουμενιστές αρχιερείς, ότι μια τέτοια αναγνώριση θα σημάνει το οριστικό τέλος των Διαλόγων με την Ρωμαιοκαθολική παρασυναγωγή. Περί του θέματος αυτού σημειώνει σε πρόσφατη δημοσίευσή του ο π. Γεώργιος Μεταλληνός: «Ετοιμάζεται αυτή η Σύνοδος, για να μας οδηγήσει, όπως διαβάζουμε και όπως βλέπουμε, στην αποδοχή του Παπισμού και του Προτεσταντισμού, ως αυθεντικών χριστιανισμών. Αυτό είναι το τραγικό. Εύχομαι να μην γίνει ποτέ. Αλλά εκεί οδηγούνται τα πράγματα. Εάν λοιπόν συνέλθει η Πανορθόδοξος Σύνοδος, που θα έχει τον χαρακτήρα για μας Οικουμενικής Συνόδου, εάν συνέλθει και δεν δεχθεί μεταξύ των Οικουμενικών Συνόδων την 8η και την 9η, θα είναι ψευδοσύνοδος… Η μέλλουσα να συνέλθει λοιπόν Πανορθόδοξος Σύνοδος, θα κριθεί σ’ αυτό το σημείο. Εάν παρακάμψει αυτές τις δύο Συνόδους, που τοποθετούν την Ορθοδοξία απέναντι στον Δυτικό Χριστιανισμό».
Ένα άλλο θέμα που δημιουργεί πελώρια ερωτήματα είναι η θεματολογία της μελλούσης Συνόδου. Στις αρχαίες Οικουμενικές Συνόδους τα θέματα της πίστεωςκαι των αιρέσεων πάντοτε είχαν το προβάδισμα και την προτεραιότητα και στη συνέχεια επακολουθούσε η ρύθμιση και διευθέτηση άλλης φύσεως ζητημάτων. Μεταξύ των δέκα θεμάτων, τα οποία έχουν καθοριστεί εδώ και δεκαετίες ως θέματα, με τα οποία πρόκειται να ασχοληθεί η μέλλουσα Σύνοδος, δεν συμπεριλαμβάνεται καμία από τις σύγχρονες αιρέσεις, που μαστίζουν την Εκκλησία, με πρώτη και σπουδαιοτέρα την παναίρεση του Οικουμενισμού. Αλλά, όπως ήδη έγινε φανερό από όσα παρά πάνω παραθέσαμε, και αν ακόμη υποθέσουμε ότι τελικά συζητηθεί το θέμα αυτό, είναι βέβαιον ότι η αίρεση αυτή όχι μόνον δεν πρόκειται να καταδικαστεί, αλλά θα νομιμοποιηθεί και θα εδραιωθεί ακόμη περισσότερο. Δεν πρόκειται επίσης να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με το μέγιστο πρόβλημα του αποκρυφισμού της «Νέας Εποχής», τις Σέκτες, τις Καταστροφικές Λατρείες, τον Νεοσατανισμό, την Μασωνία, τον Διεθνή Σιωνισμό, τον Νεοπαγανισμό κλπ. Η θεματολογία περιλαμβάνει είτε θέματα νομοκανονικής φύσεως, είτε θέματα πρακτικών προβλημάτων του συγχρόνου ανθρώπου και της κοινωνίας, ορισμένα από τα οποία έχουν ήδη λυθεί με παλαιότερες αποφάσεις Οικουμενικών, ή Τοπικών Συνόδων. Είναι δε εξόχως λυπηρό το γεγονός, ότι ενώ οι παρά πάνω σκοτεινές και αντίχριστες δυνάμεις και αιρέσεις πολεμούν με πρωτοφανή λύσσα την Εκκλησία και την απειλούν θανάσιμα, η διοικούσα Εκκλησία φέρεται, ωσάν να μην υφίστανται και δεν λαμβάνει μέριμνα για την αντιμετώπιση και την επίσημη Συνοδική καταδίκη των, με αποτέλεσμα να οδηγείται στην απώλεια πλήθος ψυχών.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι το ζήτημα του τρόπου εκπροσωπήσεως σ’ αυτήν των κατά τόπους Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, ως και του τρόπου λήψεως των αποφάσεων. Η τελική απόφαση της Συνάξεως των Προκαθημένων να εκπροσωπηθεί η κάθε μία Εκκλησία με ένα πολύ περιορισμένο αριθμό μελών, (24 μέλη),και κάθε τοπική Εκκλησία να έχει δικαίωμα μόνον μιας ψήφου, αποτελεί πρωτοφανή καινοτομία, ξένη προς την Παράδοση της Εκκλησίας μας. Πότε στο παρελθόν αποκλείστηκαν κανονικοί επίσκοποι από Τοπική ή Οικουμενική Σύνοδο; Αν στην αρχαία Εκκλησία εφαρμοζόταν το σύστημα των αντιπροσωπειών των Τοπικών Εκκλησιών, τότε οι αιρετικοί αρχιεπίσκοποι θα έστελναν ως αντιπροσώπους τους ομόφρονές τους επισκόπους και θα επικρατούσε η πλάνη σ’ αυτές. Με ποιά κριτήρια επίσης θα επιλεγούν οι αντιπρόσωποι αυτοί; Θα ψηφιστούν από τις κατά τόπους Συνόδους των, ή θα οριστούν με βάση την ενδοτικότητά τους σε αυτά τα θέματα; Πότε επίσης στο παρελθόν επίσκοπος δεν είχε δικαίωμα ψήφου σε Σύνοδο; Και τι νόημα έχει η σύγκληση της Μεγάλης Συνόδου, όταν μέσω Διορθοδόξων Επιτροπών και Προσυνοδικών Πανορθοδόξων Διασκέψεων, οι αποφάσεις έχουν ήδη συμπεφωνηθεί και εκ των προτέρων ληφθεί; Πώς δε είναι δυνατόν με τέτοιου είδους ανθρώπινες μεθοδεύσεις, ξένες προς την Παράδοση της Εκκλησίας μας, να θεωρηθεί μια τέτοια Σύνοδος ως γεγονός Πεντηκοστής, όπου θα πνεύσει και θα ομιλήσει διά των Συνοδικών μελών το ίδιο το άγιο Πνεύμα; Οι εκ των προτέρων ληφθείσες αποφάσεις δεν επιτρέπουν και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο να ομιλήσει το Άγιο Πνεύμα. Άρα λοιπόν ή μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος, αν κάποτε συνέλθει, δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά ένα θέατρο εντυπώσεων.
Περαίνοντας τον μικρό αυτό σχολιασμό μας και ως τελικό συμπέρασμα όλων όσων ελέχθησαν προηγουμένως, επαναλαμβάνουμε την προφητική ρήση του οσίου Ιουστίνου του Πόποβιτς: «Η παρούσα στιγμή είναι η πλέον ακατάλληλος εις την ιστορίαν της Εκκλησίας μας» για την σύγκληση της εν λόγω Συνόδου. Όχι γιατί δεν είναι αναγκαία, αλλά διότι, αφ’ ενός μεν δεν υπάρχουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις και αφ’ ετέρου, διότι θα γίνει πηγή νέων σχισμάτων. Καλούμε δε τον πιστό λαό του Θεού να βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση και αγωνιστικότητα, ώστε εάν πραγματοποιηθεί μια νέα Ψευδοσύνοδος τύπου Φεράρας – Φλωρεντίας, πράγμα το οποίο απευχώμεθα, να μην την αποδεχθεί.
Εκ του Γραφείου Αιρέσεων και Παραθρησκειών.
Ο υπεύθυνος
Αρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος.
Ο Γραμματέας
κ. Λάμπρος Σκόντζος, Θεολόγος.
Οσίου Ιουστίνου Πόποβιτς, «Περί την μελετωμένην ‘ΜεγάληνΣύνοδον’ της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Υπόμνημα προς την Σύνοδον της Ιεραρχίας της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας», Αθήναι 1977, σελ. 14-17.
Αρχ. Χαρ. Βασιλόπουλος,«Ο Οικουμενισμός χωρίς μάσκα», Εκδ. «Ορθοδόξου Τύπου», Αθήναι 1995, σελ. 150.
Βλ. Αρχ. Χαρ. Βασιλόπουλου, «Ο Οικουμενισμός χωρίς μάσκα»,…ο.π. σελ.155.